Γράμμα στον πρωθυπουργό
από την 85χρονη Ηγουμενιτσιώτισσα

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η μητέρα του συγγραφέα Σωτήρη Δημητρίου είναι η ίδια ένα σημαντικό λογοτεχνικό πρόσωπο. Οχι μόνο γιατί πολλές φορές πρωταγωνιστεί στα διηγήματα του γιου της, αλλά γιατί ο ίδιος ποτέ δεν έκρυψε πόσα πολλά τής χρωστάει για τη γλώσσα του.
Γι’ αυτό και θεωρήσαμε ότι η επιστολή που στέλνει η 85χρονη Αλεξάνδρα Σωτηρίου στον πρωθυπουργό της χώρας Γιώργο Παπανδρέου έχει και παραέχει μια θέση στις καλλιτεχνικές σελίδες τής «Ε».
Ηγουμενίτσα, 14 Ιανουαρίου 2010
Κύριε πρωθυπουργέ,
Επήρα την απόφαση να σου γράψω λίγες συμβουλές, αν και δεν ξέρω πολλά γράμματα.
Είμαι 85 χρονών, από τη Θεσπρωτία της Ηπείρου, ακούω και βλέπω την τηλεόραση, όπου είναι τόσο χρέος και τόση ακρίβεια. Αν θέλεις παιδάκι μου να γραφτείς στην Ιστορία, να βάλεις μαχαίρι πρώτα στους υπουργούς και στους βουλευτές και ύστερα στο Δημόσιο.
Να κόψεις τις μισές τις συντάξεις και τους μισθούς και να δώσεις στους αγρότες και στους κτηνοτρόφους, γιατί χωρίς αυτούς δεν ζούμε.
Φταίνε οι πρώτες κυβερνήσεις, όπου έβαλαν στο Δημόσιο αγράμματους με τη σκούπα και εφτάσαμε εδώ.
Ποιος θα δουλέψει να τους πληρώνει;
Εμείς που δουλεύαμε, τώρα γεράσαμε και δεν μπορούμε.
Να κόψεις τις καφετέριες της νύχτας. Γιατί όλοι οι νέοι φεύγουν το βράδυ και γυρίζουν το πρωί, άλλα μεθυσμένα, άλλα σκοτωμένα, χάσαμε τα παιδιά απ’ όλα. Τη νύχτα διασκεδάζουν και την ημέρα κοιμούνται.
Να κόψεις και τις συντάξεις στις πολύτεκνες. Οι βάβες παιδιά δεν κάνουν, να τις δώσετε στις νέες να κάνουν παιδιά και να τα μεγαλώσουν. Οι βάβες παίρνουν σύνταξη του ΟΓΑ. Γιατί να πάρουμε διπλή, κόψε τις διπλές συντάξεις.
Από το ‘40 μέχρι το ‘50, είχαμε καταστραφεί από τους πολέμους και οι οικοδόμοι του ‘50 εδούλεψαν και έφτιαξαν δρόμους, σχολεία και ιδρύματα με τα χέρια. Γιατί δεν υπήρχαν μηχανήματα, με κασμά και φτυάρι, με τον τενεκέ στην πλάτη κουβαλούσαν τα μπετά και ρίχναν πλάκες. Αλλοι έφυγαν παράκαιρα, δεν έκλεισαν τα 50, έφυγαν με την πλάτη πληγιασμένη, και άλλοι ζούνε ανάπηροι και παίρνουν σύνταξη 500 και 600 και οι καρεκλάδες παίρνουν διπλές και τρίδιπλες.
Δεν είναι αδικία μεγάλη;
Μαζεύτηκαν, άλλοι στην Αθήνα σαν τα πρόβατα στην στρούγκα και τα παιδιά όλα στα γράμματα. Πώς θα ζήσουν αν δεν δουλέψουν;
Κόψε τη μισή την καρέκλα για να πάνε στα χωριά τους, να δουλέψουν, να ιδούν πώς βγαίνει το φράγκο.
Ηθελα να σου γράψω πολλά, αλλά δεν μπορώ, δεν γράφονται, επάθαμε πολλά.
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου